Aναδημοσιεύουμε την προσωπική μαρτυρία από όσα έζησε ο φίλος της ομάδας μας Στέφανος, μαζί με τον αδερφό του,τις δύο ανηψιές του και τον ηλικιωμένο πατέρα του, πριν την έναρξη της ψεσινής αναμέτρησης της ΟΜΟΝΟΙΑΣ με την Ο29Μ στο ΓΣΠ:
Ονομάζομαι Στέφανος, και σήμερα, ημέρα Σάββατο, 2 Νοεμβρίου 2024, είχα μια απίστευτη εμπειρία με 3 μέλη της Κυπριακής Αστυνομίας, Ομάδας Ζ.
Μαζί με την οικογένεια μου, μεταβαίναμε στο γήπεδο ΓΣΠ για τον αγώνα Ομόνοια Λευκωσίας – Ομόνοια 29ης Μαΐου. Στο αυτοκίνητό μας επιβάτες ήταν ο πατέρας μου Προκόπης (79 ετών), ο αδερφός μου Γιάννος (50 ετών) και οι 2 ανιψιές μου ηλικίας 12 και 14 ετών. Ο πατέρας μου, έχοντας χρόνιο πρόβλημα με το πόδι του, διαθέτει άδεια για να παρκάρει στο χώρο στάθμευσης VIP του σταδίου, ώστε η απόσταση που χρειάζεται να περπατήσει να είναι ελάχιστη και ανώδυνη για αυτόν. Η μόνη είσοδος σε αυτόν το χώρο στάθμευσης βρίσκεται προ της εισόδου στον χώρο στάθμευσης της Νότιας κερκίδας του σταδίου, στο δρόμο νότια του σταδίου με κατεύθυνση προς τον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας-Λεμεσού. Να σημειώσουμε ότι μέχρι τώρα, εδώ και 4 χρόνια που σταθμεύαμε στο συγκεκριμένο σημείο ουδέποτε υπήρξε οποιοδήποτε πρόβλημα, είτε με τις Αρχές, είτε με τους ανθρώπους του σταδίου, ούτε και με οποιουσδήποτε οπαδούς ή παρευρισκόμενους σε ποδοσφαιρικούς αγώνες, ακόμη και σε μέρες όπου υπήρξαν επεισόδια.
Εντούτοις, σήμερα οργανωμένοι οπαδοί της 29ης Μαΐου αποφάσισαν να προσέλθουν εκτός του σταδίου για να κάνουν πανηγυρισμούς πριν την έναρξη του αγώνα. Οι οπαδοί αυτοί δεν είχαν πρόθεση να εισέλθουν εντός του σταδίου, εφόσον εναντιώνονται στον θεσμό της κάρτας φιλάθλου. Μάλιστα, με ανακοινώσεις στις προηγούμενες μέρες, φαίνεται να είχαν κάνει αίτηση στην αστυνομία για αυτή τη σύναξη, αλλά η αστυνομία αρνήθηκε. Εντούτοις οι ίδιοι κατέβηκαν στο χώρο μεταξύ της Νότιας και Δυτικής κερκίδας για να κάνουν τι θα κάνουν. Το αποτέλεσμα ήταν κατά την πορεία τους να ανακόψουν την κίνηση του δρόμου που χρειαζόταν να χρησιμοποιήσουμε. Η Αστυνομία ως «φυσικό» επακόλουθο, αποφάσισε ότι αντί να διασφαλίσει την ελεύθερη διακίνηση στο δρόμο, σύμφωνα και με το πλάνο και τις οδηγίες που έκδωσε προ ημερών προς τους φιλάθλους, θα ήταν «σοφότερο» να ανακόψει εντελώς τις εισόδους προς αυτό τον δρόμο, με αποτέλεσμα να σημειωθεί κυκλοφορικό κομφούζιο στους γύρω δρόμους. Επίσης δεν έκδωσε πουθενά ανακοίνωση ότι θα γινόταν κάτι τέτοιο, ούτε και τοποθέτησε οποιαδήποτε σήμανση σε προηγούμενο σημείο του δρόμου που να προειδοποιεί για την ανακοπή του δρόμου.
Κάπου στις 18:20, ερχόμενοι από τα φώτα Ορφανίδη με κατεύθυνση τον συγκεκριμένο δρόμο, συναντήσαμε αστυνομικό μπλόκο, αποτελούμενο από 3 αστυνομικούς με διακριτικά της Ομάδας Ζ, και τις μοτοσυκλέτες τους. Μαζί με τον αδερφό μου κατεβήκαμε για να ρωτήσουμε τι συμβαίνει και εάν θα μας επετρέπαν να μεταβούμε στον συγκεκριμένο χώρο στάθμευσης του σταδίου λόγω της υγείας του πατέρα μου.
Οι αστυνομικοί αμέσως ανταποκρίθηκαν με εντελώς αντιεπαγγελματικό και αγενή τρόπο. Δεν ήθελαν ούτε να ακούσουν τι είχαμε να πούμε, ούτε να δουν τι είχαμε να δείξουμε. Αντιθέτως ένας εξ αυτών άρχισε να μας φωνάζει να φύγουμε, ενώ οι άλλοι δύο μας έλεγαν γελώντας «Εσείς τους ψηφίσατε, εμείς ακολουθούμε τις διαταγές τους». Ακούγοντας αυτό, ο αδερφός μου τους ζήτησε να μας πουν τα νούμερα σήμανσής τους. Ο αστυνομικός που φώναζε έγινε ακόμη πιο έξω φρενών και αναφώνησε «Σιγά μεν σου δώκω τζιαι το νούμερο μου». Και εμπεδώθηκε σε περαιτέρω παραληρήματα για τους ανώτερους του, που φαίνεται να «ψηφίσαμε», και για εμάς τους ίδιους.
Εντωμεταξύ, θέλησα να βγάλω φωτογραφία τις μοτοσυκλέτες τους, καθώς τα νούμερα κυκλοφορίας τους ήταν το μόνο στοιχείο που είχαμε ποιοι ήταν αυτοί οι άνθρωποι. Μόλις με είδε, όμως, κινήθηκε απειλητικά προς το μέρος μου και άρχισε να μου φωνάζει με ακόμη μεγαλύτερη ένταση να μην τον βγάζω βίντεο, καθώς θα «έκανα χρόνια να ξαναέρθω γήπεδο αν συνέχιζα». Βλέποντας την κατάστασή του, κατέβασα αμέσως κάτω το τηλέφωνό μου. Συνέχισε να με απειλεί και να μου λέει να μπω στην βιβλιοθήκη μου για να σβήσω τις εικόνες. Του είπα με ήρεμο τρόπο να με αφήσει να του δείξω πως θα τις σβήσω. Αυτός συνέχισε να με απειλεί και να μου λέει «Εν να σε ρίψω χαμέ τζιαι να σε συλλάβω αν δεν τις σβήσεις τωρά, για παρεμπόδιση». Να σημειωθεί ότι μέχρι αυτού του σημείου, κανείς δεν έκανε ή είπε τίποτα που να δείχνει σε αυτόν τον άνθρωπο ότι η χρήση βίας ήταν απαραίτητη. Αντιθέτως η προσπάθειά μας να τον ηρεμήσουμε και να συμμορφωθούμε με τις οδηγίες του φαίνεται να τον παρότρυνε περισσότερο προς την οργή.
Ο αδερφός μου του ζήτησε να ηρεμήσει. Αυτός αμέσως σε απάντηση άρπαξε τον αδερφό μου και τον έσπρωξε με δύναμη στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου μας, όπου κάθονταν οι 2 ανήλικες ανηψιές μου. Βλέποντας αυτό οι ίδιες άρχισαν να κλαίνε. Ακάθεκτος ο αστυνομικός έσπρωξε με δύναμη την πόρτα του αυτοκινήτου, σε σημείο που βρισκόταν το κεφάλι του αδερφού μου, ο οποίος ευτυχώς κατάφερε να αντιδράσει και να τραβηχτεί πίσω για να αποφύγει τον τραυματισμό. Ακολούθως χτύπησε το ίδιο δυνατά την δική μου πόρτα (συνοδηγού) που ήταν ήδη κλειστή. Ο πατέρας μου πλησίασε τον αστυνομικό για να του πει να ηρεμήσει, ο οποίος όμως απάντησε με περαιτέρω απειλές βίας και διάφορες βρισιές. Κατέβηκα από το αυτοκίνητο και τράβηξα τον πατέρα μου πίσω.
Οι συνάδελφοι του εν λόγω κύριου έβλεπαν με χαμόγελα την όλη σκηνή που εκτυλισσόταν μπροστά στα μάτια τους. Η μόνη στιγμή που παρέμβηκαν ήταν για να λάμψουν με τα φανάρια τους προς την κατεύθυνσή μου βλέποντας με να κρατώ το τηλέφωνο στα χέρια μου.
Μετά το συμβάν, ζητήσαμε από άλλους αστυνομικούς περί του γηπέδου αν μπορούσαν να μας υποδείξουν τον υπεύθυνό τους ώστε να καταγγείλουμε το γεγονός. Οι απαντήσεις τους ήταν «Δεν ξέρω ποιος είναι», «Δεν θυμάμαι τώρα», «Δεν ξέρω που είναι και δεν μπορώ να επικοινωνήσω μαζί του». Πήραμε τηλέφωνο στο 1460, όπου μας είπαν ότι «δεν υπάρχει τίποτα που να μπορούμε να κάνουμε».
Ανακεφαλαιώνοντας λοιπόν τι συνέβη:
1. Η Αστυνομία άφησε διάφορα άτομα να κλείσουν ένα κύριο δρόμο πρόσβασης προς το στάδιο, και αντί να παρέμβει για να επαναφέρει την κατάσταση, αποφάσισε να τους βοηθήσει και να συμπεριφερθεί ωσάν και είχαν άδεια για πορεία. Ακολούθως παρακολουθούσε αμέτοχη ενώ τα άτομα αυτά φώναζαν συνθήματα, έβριζαν κόσμο και έριχναν κροτίδες και φωτοβολίδες με πιστόλια, ενώ η πορεία τους καθυστερούσε την προσέλευση εκατοντάδων οπαδών της αντίπαλης ομάδας. Διερωτώμαι εάν εγώ με τους φίλους κόβαμε την κίνηση ενός κύριου δρόμου, και ρίχναμε παράνομα βεγγαλικά, η Αστυνομία θα επιδείκνυε την ίδια αντίδραση και συναίνεση.
2. Μέλη της Αστυνομίας ήταν απολύτως πρόθυμα και έτοιμα να βιαιοπραγήσουν ενάντια σε πολίτες που δεν ανήκουν σε κάποιο οργανωμένο οπαδικό σύνολο, ανεξαρτήτως ηλικίας.
3. Μέλη της Αστυνομίας ενδιαφέρονται περισσότερο να κρύβουν από το κοινό τα καραγκιοζιλίκια τους, παρά να επαναφέρουν την ηρεμία σε μια κατάσταση που εξαρχής χειρίζονταν λάθος.
4. Μέλη της Αστυνομίας χρησιμοποιούσαν την αισχρή δικαιολογία ότι «ακολουθούν εντολές» και ποτέ δεν τους πέρασε από το μυαλό να μιλήσουν ανθρώπινα, ή έστω να επικοινωνήσουν με κάποιο ανώτερο για το τι συμβαίνει. Η λύση τους ήταν η απορριπτική επίρριψη ευθυνών στους ανωτέρους τους (και σε έμας που τους «ψηφίζουμε»), και τα νταϊλίκια.
5. Άλλα μέλη της Αστυνομίας δεν ακούνε, δεν βλέπουν, δεν γνωρίζουν, δεν θυμούνται τίποτα. Ούτε καν ποιος είναι ο υπεύθυνός τους. Φυσικά ούτε και η τηλεφωνική επικοινωνία με την Αστυνομία λειτουργεί. Δηλαδή σου απαντούν το τηλέφωνο αλλά στο τέλος σαν να σου λένε καλύτερα να μην μας έπαιρνες.